Ένα ζεστό ανοιξιάτικο μεσημέρι ο Θάνος Ανεστόπουλος υποδέχτηκε στο σπίτι του τον Θεοδόση Μίχο. Τον αποχαιρετάμε χωρίς δάκρυα. Με τα δικά του ψυχωμένα λόγια. Δεν θα τον ξεχάσουμε ποτέ. Θεοδόσης Μίχος
Χτύπησα το κουδούνι, μου άνοιξε, βγήκα από το ασανσέρ, η πόρτα του διαμερίσματός του ήταν ανοιχτή, την άνοιξα περισσότερο, μπήκα στο σπίτι του, έκλεισα την πόρτα, έκανα δυο βήματα και τον είδα να κάθεται στον καναπέ, «συγχώρεσέ με φίλε μου που δεν μπορώ να σηκωθώ, δυσκολεύομαι λίγο, έλα, κάτσε, η κουζίνα είναι από εκεί, φτιάξε καφέ αν θέλεις», κάθισα σε μια πολυθρόνα απέναντί του, μύρισα την τσιγαρίλα, είδα τα γεμάτα τασάκια, «κάπνισε αν θέλεις, κι εγώ καπνίζω, γιατί να το κόψω, αυτό θα με σώσει;», και κάπως έτσι άρχισε η συζήτησή με τον Θάνο που όχι, εκείνη τη μέρα δεν ήταν «γεμάτος ζωή» και άλλα τέτοια γλυκανάλατα και ανούσια κλισέ, αλλά είχε συναντήσει τον εαυτό του, όπως θα διαβάσετε στη συνέντευξη που ακολουθεί. «Να έρθετε να πάμε να φάμε στα Εξάρχεια», μας είπε λίγο πριν κλείσουμε την πόρτα πίσω μας.
Αντίο ρε Θάνο. Χωρίς δάκρυα.
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗΣ: 11.05.2016