Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2013

"Αν θες να λέγεσαι άνθρωπος"

Ο ποιητής Τάσος Λειβαδίτης πέθανε στην Αθήνα σαν σήμερα, στις 30 Οκτωβρίου του 1988.

Γεννήθηκε στην Αθήνα το βράδυ της Αναστάσεως του 1922 και ήταν Γιος του Λύσανδρου και της Βασιλικής.Είχε 4 μεγαλύτερα αδέρφια, μια αδερφή και τρεις αδερφούς. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, όμως τον κέρδισε η λογοτεχνία και συγκεκριμένα η ποίηση. Ανέπτυξε έντονη πολιτική δραστηριότητα στο χώρο της αριστεράς με συνέπεια να εξοριστεί από το 1947 έως το 1951. Στο Μούδρο, στη Μακρόνησο και μετά στον Αϊ Στράτη κι από κει στις φυλακές Χατζηκώστα στην Αθήνα, απ' όπου αφέθηκε ελεύθερος το 1951. Το «Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου» θεωρήθηκε «κήρυγμα ανατρεπτικό» και κατασχέθηκε. Τελικά το δικαστήριο (Πενταμελές Εφετείο Αθηνών, 10 Φεβρουαρίου 1955) τον απάλλαξε λόγω αμφιβολιών.
«Γι’ αυτό σου λέω.
Μην κοιμάσαι: είναι επικίνδυνο.
 
Μην ξυπνάς: Θα μετανιώσεις.»
 
Στο ελληνικό κοινό ο Τάσος Λειβαδίτης εμφανίστηκε το 1946, μέσα από τις στήλες του περιοδικού Ελεύθερα Γράμματα (τεύχ. 55,15-11-46) με το ποίημα «Το τραγούδι του Χατζηδημήτρη». Το 1947 συνεργάστηκε στην έκδοση του περιοδικού «Θεμέλιο». Το 1952 εξέδωσε την πρώτη του ποιητική σύνθεση με τίτλο «Μάχη στην άκρη της νύχτας» και εργάστηκε επίσης σαν κριτικός ποίησης στην εφημερίδα Αυγή, από το 1954 - 1980 (με εξαίρεση τα έτη 1967-74 που η εφημερίδα είχε κλείσει λόγω δικτατορίας) και το περιοδικό «Επιθεώρηση Τέχνης» (1962-1966), όπου δημοσίευσε πολιτικά και κριτικά δοκίμια.
 
Στο διάστημα της Χούντα των Συνταγματαρχών ο ποιητής για βιοποριστικούς λόγους μεταφράζει ή διασκευάζει λογοτεχνικά έργα για λαϊκά περιοδικά ποικίλης ύλης με το ψευδώνυμο Pόκκος. Αδερφός του ήταν ο ηθοποιός Αλέκος Λειβαδίτης και ανιψιός του ο ηθοποιός Θάνος Λειβαδίτης.
Ο Τάσος Λειβαδίτης πέθανε στην Αθήνα 30 Οκτωβρίου 1988, στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο από ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής. Μετά το θάνατό του εκδόθηκαν χειρόγραφα ανέκδοτα ποιήματά του με τον τίτλο «Χειρόγραφα του Φθινοπώρου».
 
Στίχοι του μελοποιήθηκαν από τον Μίκη Θεοδωράκη, στο δίσκο «Πολιτεία» (1961), «Της εξορίας» (1976), «Πολιτεία Γ' - Οκτώβρης '78» (1976), «Τα Λυρικά» (1977), «Λειτουργία Νο2: Για τα παιδιά που σκοτώνονται στον πόλεμο» (1987), τον Μάνο Λοΐζο στο δίσκο «Για μια μέρα ζωής» (1980), τον Γιώργο Τσαγκάρη στο δίσκο «Φυσάει» (1993) με ερμηνευτή το Βασίλη Παπακωνσταντίνου και τη συμμετοχή του ηθοποιού Γιώργου Μιχαλακόπουλου, τον Μιχάλη Γρηγορίου στο δίσκο «Σκοτεινή πράξη, ένα Ορατόριο σε ποίηση Τάσου Λειβαδίτη» (1997) και από το συγκρότημα Όναρ στο δίσκο «Αλαντίν, τελειώσαν οι ευχές σου» (2003).
Συνυπέγραψε ακόμη με τον Κώστα Κοτζιά τα σενάρια των ελληνικών ταινιών «Ο θρίαμβος» και «Συνοικία το όνειρο» σε σκηνοθεσία του Αλέκου Αλεξανδράκη[1].
Τα ποιήματά του μεταφράστηκαν στα Ρωσικά, Σερβικά, Ουγγρικά, Σουηδικά, Ιταλικά, Γαλλικά, Αλβανικά, Βουλγαρικά, Κινέζικα και Αγγλικά.
 
 
Τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο ποίησης στο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Νεολαίας στη Βαρσοβία (1953 για τη συλλογή του «Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου»), το πρώτο βραβείο ποίησης του Δήμου Αθηναίων (1957 για τη συλλογή του «Συμφωνία αρ.Ι»), το Β΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1976 για τη συλλογή «Βιολί για μονόχειρα»), το Α΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1979 για το «Εγχειρίδιο ευθανασίας»).
Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της «Εταιρείας Συγγραφέων».
Έγραψε επίσης κι ένα μικρό τόμο με τίτλο: «Έλληνες ποιητές», ο οποίος αναφέρεται στις συλλογές που εκδόθηκαν την περίοδο 1978-1981, και αποτελεί μια απογραφή 74 ποιητικών συλλογών.
Όπως σημειώνει ο Τίτος Πατρίκιος, φίλος και συνεργάτης του Λειβαδίτη, ήταν τόσο αφοσιωμένος στην ποίηση ώστε όσα ποιήματα του έστελναν «τα διάβαζε όλα ως το κόκαλο και όσο μεγαλύτερη αξία τους έβρισκε, τόσο την αναγνώριζε και τη διακήρυσσε». Και παρακάτω: «άσκησε την κριτική με διεισδυτική ευαισθησία, με στοχασμό που δεν κατέληγε σε κάποια κανονιστικότητα, με άνοιγμα σε όλους τους τρόπους της ποίησης και αγάπη για όλους τους ποιητές, χωρίς εύνοιες και πατερναλισμούς».
 
Πραθέτουμε το ποίημα που ξεχωρίζουμε και θεωρούμε οτι αποτελεί μια κορυφαία στιγμή δημιουργίας του
 
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
δεν θα πάψεις ούτε στιγμή ν΄αγωνίζεσαι για την ειρήνη και
για το δίκαιο.
Θα βγείς στους δρόμους, θα φωνάξεις, τα χείλια σου θα
ματώσουν απ΄τις φωνές
το πρόσωπό σου θα ματώσει από τις σφαίρες – μα ούτε βήμα πίσω.
Κάθε κραυγή σου μια πετριά στα τζάμια των πολεμοκάπηλων
Κάθε χειρονομία σου σα να γκρεμίζει την αδικία.
Και πρόσεξε: μη ξεχαστείς ούτε στιγμή.
Έτσι λίγο να θυμηθείς τα παιδικά σου χρόνια
αφήνεις χιλιάδες παιδιά να κομματιάζονται την ώρα που παίζουν ανύποπτα στις
πολιτείες
μια στιγμή αν κοιτάξεις το ηλιοβασίλεμα
αύριο οι άνθρωποι θα χάνουνται στη νύχτα του πολέμου
έτσι και σταματήσεις μια στιγμή να ονειρευτείς
εκατομμύρια ανθρώπινα όνειρα θα γίνουν στάχτη κάτω από τις οβίδες.
Δεν έχεις καιρό
δεν έχεις καιρό για τον εαυτό σου
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.
 
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
μπορεί να χρειαστεί ν΄αφήσεις τη μάνα σου, την αγαπημένη
ή το παιδί σου.
Δε θα διστάσεις.
Θ΄απαρνηθείς τη λάμπα σου και το ψωμί σου
Θ΄απαρνηθείς τη βραδινή ξεκούραση στο σπιτικό κατώφλι
για τον τραχύ δρόμο που πάει στο αύριο.
Μπροστά σε τίποτα δε θα δειλιάσεις κι ούτε θα φοβηθείς.
Το ξέρω, είναι όμορφο ν΄ακούς μια φυσαρμόνικα το βράδυ,
να κοιτάς έν΄ άστρο, να ονειρεύεσαι
είναι όμορφο σκυμένος πάνω απ΄το κόκκινο στόμα της αγάπης σου
Να την ακούς να σου λέει τα όνειρα της για το μέλλον.
Μα εσύ πρέπει να τ΄αποχαιρετήσεις όλ΄αυτά και να ξεκινήσεις
γιατί εσύ είσαι υπεύθυνος για όλες τις φυσαρμόνικες του κόσμου,
για όλα τ΄άστρα, για όλες τις λάμπες και
για όλα τα όνειρα
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.
 
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
μπορεί να χρειαστεί να σε κλείσουν φυλακή για είκοσι ή
και περισσότερα χρόνια
μα εσύ και μες στη φυλακή θα θυμάσαι πάντοτε την άνοιξη,
τη μάνα σου και τον κόσμο.
Εσύ και μες απ΄ το τετραγωνικό μέτρο του κελλιού σου
θα συνεχίσεις τον δρόμο σου πάνω στη γη .
Κι΄ όταν μες στην απέραντη σιωπή, τη νύχτα
θα χτυπάς τον τοίχο του κελλιού σου με το δάχτυλο
απ΄τ΄άλλο μέρος του τοίχου θα σου απαντάει η Ισπανία.
Εσύ, κι ας βλέπεις να περνάν τα χρόνια σου και ν΄ ασπρίζουν
τα μαλλιά σου
δε θα γερνάς.
Εσύ και μες στη φυλακή κάθε πρωί θα ξημερώνεσαι πιο νέος
Αφού όλο και νέοι αγώνες θ΄ αρχίζουνε στον κόσμο
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
 
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
θα πρέπει να μπορείς να πεθάνεις ένα οποιοδήποτε πρωινό.
Αποβραδίς στην απομόνωση θα γράψεις ένα μεγάλο τρυφερό
γράμμα στη μάνα σου
Θα γράψεις στον τοίχο την ημερομηνία, τ΄αρχικά του ονόματος σου και μια λέξη :
Ειρήνη
σα ναγραφες όλη την ιστορία της ζωής σου.
Να μπορείς να πεθάνεις ένα οποιοδήποτε πρωινό
να μπορείς να σταθείς μπροστά στα έξη ντουφέκια
σα να στεκόσουνα μπροστά σ΄ολάκαιρο το μέλλον.
Να μπορείς, απάνω απ΄την ομοβροντία που σε σκοτώνει
εσύ ν΄ακούς τα εκατομμύρια των απλών ανθρώπων που
τραγουδώντας πολεμάνε για την ειρήνη.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.


Πηγή: alfavita

Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2013

Κ.ΒΗΤΑ - Μπλε Καφέ

Το τέρας μέσα μας: Το πείραμα του Μίλγκραμ

Το πείραμα του Μίλγκραμ είναι ένα από τα πιο γνωστά αντιδεοντολογικά πειράματα της ψυχολογίας, ουσιαστικά μια «φάρσα» που ξεγύμνωσε την ανθρώπινη ψυχή. Το 1961, ο είκοσι εφτάχρονος Στάνλει Μίλγκραμ, επίκουρος καθηγητής ψυχολογίας στο Γέιλ, αποφάσισε να μελετήσει την υπακοή στην εξουσία. Είχαν περάσει λίγα μόνο χρόνια από τα φρικτά εγκλήματα των Ναζί και γινόταν μια προσπάθεια κατανόησης της συμπεριφοράς των απλών στρατιωτών και αξιωματικών των SS, οι οποίοι είχαν εξολοθρεύσει εκατομμύρια αμάχων.
Η ευρέως αποδεκτή εξήγηση –πριν το πείραμα του Μίλγκραμ- ήταν η αυταρχική τευτονική διαπαιδαγώγηση και η καταπιεσμένη –κυρίως σεξουαλικά- παιδική ηλικία των Γερμανών. Όμως ο Μίλγκραμ ήταν κοινωνικός ψυχολόγος και πίστευε ότι αυτού του είδους η υπακοή –που οδηγεί στο έγκλημα- δεν μπορεί να είναι αποτέλεσμα μόνο της προσωπικότητας, αλλά περισσότερο των πιεστικών συνθηκών. Και το απέδειξε κάνοντας τη «φάρσα» του.
Τα υποκείμενα του πειράματος ήταν εθελοντές, κυρίως φοιτητές, οι οποίοι καλούνταν έναντι αμοιβής να συμμετέχουν σε ένα ψυχολογικό πείραμα σχετικό με τη μνήμη.
Χώριζε τους φοιτητές σε ζεύγη και –μετά από μια εικονική κλήρωση- ο ένας έπαιρνε το ρόλο του «μαθητευομένου» και ο άλλος του «δασκάλου».
Ο έκπληκτος «μαθητευόμενος» δενόταν χειροπόδαρα σε μια ηλεκτρική καρέκλα και του περνούσαν ηλεκτρόδια σε όλο το σώμα. Έπειτα του έδιναν να μάθει δέκα ζεύγη λέξεων.
Ο «δάσκαλος», από την άλλη, καθόταν μπροστά σε μια κονσόλα ηλεκτρικής γεννήτριας. Μπροστά του δέκα κουμπιά με ενδείξεις: «15 βολτ, 30 βολτ, 50 βολτ κλπ.» Το τελευταίο κουμπί έγραφε: «450 βολτ. Προσοχή! Κίνδυνος!»
Πίσω από το «δάσκαλο» στεκόταν ο πειραματιστής, ο υπεύθυνος του πειράματος. (Και περνάμε σε ενεστώτα για να γίνουμε μέτοχοι της στιγμής.)

Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2013

«Δεν ελπίζω τίποτα, δεν φοβούμαι τίποτα, είμαι λέφτερος»

Ο συγγραφέας που μεταφράστηκε σε περισσότερες γλώσσες από κάθε άλλο Έλληνα. Ο δημιουργός που προτάθηκε τρεις φορές για το βραβείο Νόμπελ, εισερχόμενος σε ρεύματα από το χριστιανισμό έως τον κομμουνισμό. Ο Νίκος Καζαντζάκης έφυγε από τη ζωή σαν σήμερα, στις 26 Οκτώβρη του 1957. 
Μυθιστοριογράφος, φιλόσοφος, δημοσιογράφος, ποιητής και θεατρικός συγγραφέας, ο Νίκος Καζαντζάκης (18 Φεβρουαρίου 1883 έως 26 Οκτωβρίου 1957) θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς του 20ου αιώνα.
Πιο γνωστός για τα έργα του: Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται, Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά και Ο Τελευταίος Πειρασμός(έχουν μεταφερθεί και στον κινηματογράφο), προτάθηκε τρεις φορές για το βραβείο Νόμπελ.
Γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης, όταν αποτελούσε ακόμη μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Στο Ηράκλειο έβγαλε το γυμνάσιο και το 1902 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα όπου ξεκίνησε νομικές σπουδές.
Εμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα, το 1906, δημοσιεύοντας το δοκίμιο Η Αρρώστια του Αιώνος και το πρώτο του μυθιστόρημα Όφις και Kρίνο(με το ψευδώνυμο Κάρμα Νιρβάμη). Τον επόμενο χρόνο ξεκίνησε μεταπτυχιακές σπουδές, στο Παρίσι. Εκεί, επηρεάστηκε από τις διαλέξεις του Ανρί Μπεργκσόν. Με την επιστροφή του στην Ελλάδα, δημοσίευσε κριτικές μελέτες σε διάφορα περιοδικά και εξέδωσε το 1909 τη διατριβή του επί υφηγεσία Ο Φρειδερίκος Νίτσε εν τη Φιλοσοφία του Δικαίου και της Πολιτείας.

Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2013

Ο Μάνος που δεν ακούσαμε...

Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2013

Όλα είναι δρόμος!


Αξίωμα πρώτο: Οι ξαφνικές εκδρομές είναι οι καλύτερες. Δεν προλαβαίνεις να σκεφτείς πού πας, αν προτιμάς να μείνεις σπίτι να ξεκουραστείς, δεν αρχίζεις τα «ναι- όχι- λες;- άστο- μπα...» - κι άλλα τέτοια. Αρπάζεις μια τσάντα, βάζεις δυο βασικά πράγματα, τσεκάρεις: κινητό, σκυλί, κλειδιά, τσιγάρα... φύγαμε!
Αξίωμα δεύτερο: Η καλύτερη διαδρομή είναι αυτή που είναι άγνωστη, Κόμβοι που δεν έχεις ξαναπεράσει και μπορείς να χαθείς, χωριά που ούτε ήξερες ότι υπάρχουν, μέρη που δεν έχουν συνδεθεί μέσα σου με καμιά ανάμνηση. Νομός Φθιώτιδας, άγνωστος για μένα, λες και πήγαινα στο εξωτερικό. Απλά, δεν έτυχε μέχρι την πρόσκληση φίλης «πάω στον Μπράλο. Αν θες, έλα!».
Συνοδηγός; Από την τελευταία φορά που ήμουν, έχουν περάσει πολλά χρόνια. Και το απόλαυσα. Ακόμα και τα λάθη (στους Κόμβους, που λέγαμε) αν ο οδηγός έχει χιούμορ γίνονται μια ωραία περιπέτεια. Όσο μεγαλώνω νομίζω ότι εκείνο που σε δένει περισσότερο με τους ανθρώπους και σε κάνει να θες να κάνεις πράγματα μαζί τους είναι το χιούμορ, το να γελάς, το να κοροϊδεύεις τις ατυχίες, το να σαρκάζεις τις δυσκολίες και φυσικά το να αυτοσαρκάζεσαι με επιτυχία.
Πίσω η Αθήνα, οι ειδήσεις, ο Τόμσεν που προτείνει κλείσουμε τις χαραμάδες για να μην κρυώνουμε! Αυτό είναι βρετανικό χιούμορ, για να κρυώσουμε λίγο περισσότερο. Αλλά τ΄ αφήνεις πίσω όλα αυτά και χαζεύεις μπροστά: λιβάδια που φύεται βαμβάκι και φωτοβολταϊκά! Πολλά φωτοβολταϊκά!
Πρώτη στάση, για να δω για πρώτη φορά αγριογούρουνα, που έχει κάποιος από το χωριό! Ο Φίλιππος και η Μάχη! Ένα ζευγάρι τεράστιων αγριογούρουνων, που τσαλαβουτούσαν στη λάσπη, ενώ γύρω περιφέρονταν τα μικρά τους, τα οποία όπως όλα τα μωρά, ήταν πολύ συμπαθητικά! Και μετά, είσαι έτοιμος να ξεχάσεις τα πάντα και να φτάσεις στο... μικρό σπίτι στο λιβάδι, για την ακρίβεια σε ύψωμα, σε μια ευλογημένη ερημιά.
Υπέροχος, υπέροχη, υπέροχα! Η φίλη που αποφάσισε να ζήσει εδώ, έχει φτιάξει ένα υπέροχο σπίτι, με μια πιο υπέροχη θέα σε βοσκοτόπια και ελαιώνες, με επτά υπεραιωνόβιες βελανιδιές, με δύο σκύλους και δύο γάτους να τριγυρνάνε ευτυχείς, ενώ λίγο καιρό πριν κάλπαζε εδώ και ένα άλογο. Αφού κατάλαβα ότι οι τρεις στις πέντε λέξεις που έλεγα ήταν κάποια εκδοχή του «υπέροχα» ή «μοναδικά» ή «καταπληκτικά», σταμάτησα να μιλάω, πήρα βαθιές ανάσες και ξέχασα σχεδόν ποια είμαι.
Η Φύση, τα ζώα, ένας «ξύπνιος κυνηγός» από την Αθήνα, που τρόμαξε για λίγο τα πουλιά και μας χάλασε την ησυχία... και μετά πάλι ηρεμία, παύση σκέψεων και μόνο γέλια. Ό,τι πίναμε ήταν από το απέναντι αμπέλι, ό,τι ήθελες εκείνη τη στιγμή για να νιώθεις αρμονία ήταν αυτοί οι λόφοι, ο ουρανός και ο ήλιος που ένιωθες να σου καίει τα βλέφαρα και το τεράστιο φεγγάρι που φώτισε τη νύχτα το όλο σκηνικό.
Αυτός ήταν ο Μπράλος για μένα: σαν μια μικρού μήκους ταινία. Δυο μέρες γείωσης στη γη, δυο άνθρωποι που ήμασταν μαζί σαν να είμαστε και μόνοι μας, μια σπάνια γερή δόση ελευθερίας και ομορφιάς. Ένα ευχαριστώ και από δω στις δυο κυρίες, τη μία που με ξεσήκωσε για την εκδρομή, και την άλλη που ζει σ΄ αυτόν τον μικρό Παράδεισο, τη φιλόξενη οικοδέσποινα, που έχει γυρίσει όλο τον κόσμο, αλλά διάλεξε να ζήσει εκεί, στη Φύση, και ξέρει πόσο σκληρή δουλειά είναι αυτή, αφού φροντίζει αυτό το κτήμα εδώ και αρκετά πια χρόνια.
Και μετά... γυρίσαμε στην Αθήνα, οι ειδήσεις, ο Τόμσεν, κ.λπ...
protagon.gr

Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2013

Το Σάββατο του Παύλου

Θα ξυπνούσε στης μάνας του. Εκεί είχε μετακομίσει τις τελευταίες ημέρες. Οι γιοι είναι της μάνας και οι κόρες του πατέρα, γι' αυτό γράφω «θα ξυπνούσε στης μάνας του». Η Ειρήνη, λοιπόν, είναι του Τάκη και ο Παύλος της Μάγδας. Ο Τάκης αν το διαβάσει θα γελάσει. «Αφού σου είπα, ρε Σταύρο, ο Παύλος ήταν το φιλαράκι μου». Θα ξυπνούσε, λοιπόν, στην Αμφιάλη. Μια στιγμή, τώρα που το σκέφτομαι ίσως και να κάνω λάθος. Μάλλον θα είχε κοιμηθεί στη Σαλαμίνα, στο εξοχικό της οικογένειάς του. Η Χρύσα θα είχε ρεπό αυτό το σαββατοκύριακο και θα πήγαιναν στη Σαλαμίνα, να κοιμηθούν λίγο παραπάνω. Τα ξέρετε τα εξοχικά στη Σαλαμίνα; Ένα κηπάκι, δύο δωμάτια. Στο χώμα, σε μια γωνιά θα βρεις πάντα μια ψησταριά. Για τα γλέντια της Κυριακής. Μια ανάσα από τη θάλασσα. Στη Σαλαμίνα έχει παντού θάλασσα. Μολυσμένη κάποτε, καθαρή τα τελευταία χρόνια, θα σου ορκιστούν. Θα ξυπνούσαν, λοιπόν, λίγο πριν από το μεσημέρι.
Τα σχέδια θα άλλαζαν συνεχώς, ανάλογα με τα σύννεφα στον ουρανό. Θα ερχόντουσαν τα φιλαράκια στη Σαλαμίνα ή θα πήγαιναν αυτοί στον Κορυδαλλό; Με τα πολλά θα έστελνε ένα σήμα στη «γειτονιά» μήπως και βρισκόταν κάποιος φίλος να τους «πετάξει» στα Παλούκια. Εν ανάγκη θα κατέβαιναν με το λεωφορείο ή και με τα πόδια. Αιάντειο – Παλούκια, 4 χιλιόμετρα. Σιγά την υπόθεση. Και από εκεί με το καραβάκι σε δέκα λεπτά θα ήταν στο Πέραμα. Κάθε ένα τέταρτο έχει καραβάκι. Και το βράδυ, μετά τα μεσάνυχτα, έχει κάθε μισή ώρα. Λεωφορείο λοιπόν και στάση στη Λαμπράκη, κοντά την Τσαλδάρη. Λίγο πιο κάτω από το σημείο που τον σκότωσαν είναι το σπίτι των γονιών του. Θα κατηφόριζε, θα έστριβε, δεξιά, αριστερά και πάλι δεξιά και θα βρισκόταν στο στενό του. Η Μάγδα θα τον είχε ακούσει - πάντα αναγνώριζε τα βήματά του - και θα ήταν στο μπαλκόνι. Ή μάλλον όχι, ψέματα, θα βεβαιωνόταν με μια ματιά ότι είναι ο γιόκας της και θα έτρεχε πίσω στην κουζίνα. Να κατεβάσει το φαγητό από τη φωτιά να κρυώνει ή να κοιτάξει το ψυγείο να δει τι άλλο θα μπορούσε να τους ετοιμάσει. Θα τους στρίμωχνε σίγουρα να φάνε. Μήπως και έμεναν περισσότερη ώρα μαζί της. Μπορεί να είχε και κανέναν καινούριο στίχο να της διαβάσει. Θα τον μάλωνε αν ήταν πάλι «στενάχωρο» τραγούδι. «Ρε μάνα, δεν βλέπεις τι γίνεται εκεί έξω; Εγώ τι θες να γράφω; Για λουλούδια;». «Πάλι το μυαλό μου παρανοεί / πώς αφήσαμε την παρακμή τόσο να εξαπλωθεί».
Ο Τάκης θα τον προβόκαρε από το μπαλκόνι. «Θα παίξεις κανένα τάβλι ή συνέχεια θα μιλάς;». Φιλαράκια ήταν, σας το είπα. Παλιά είχαν δουλέψει μαζί στη Ζώνη, στο Πέραμα. Ο Τάκης είχε φάει εκεί μια ζωή. Είχε δει ανθρώπους να καίγονται. Γι' αυτό τα τελευταία χρόνια δεν ήθελε να περνάει ούτε απ' έξω. Φοβόταν ότι θα άκουγε πάλι εκρήξεις. Λίγο πριν τη σύνταξη πήγε και δούλεψε σε άλλα ναυπηγεία, στην Ελευσίνα νομίζω. Με την μπουκιά στο στόμα και με δυο δρασκελιές ο Παύλος θα βρεθεί πάλι στον δρόμο. Χέρι-χέρι με τη Χρύσα. Σήμερα δεν έχει στούντιο. Ούτε κανένα ραντεβού για συναυλία. Σάββατο είναι. Πω πω... πώς τον στεναχωρούσαν καμία φορά τα επαγγελματικά ραντεβού. Κανείς δεν νοιαζόταν για τη μουσική, μόνο για τις εισπράξεις. Και στον δήμο που είχε πάει να τους προτείνει να κάνουν καμιά συναυλία στις γειτονιές στο Κερατσίνι, ούτε που τον είχαν ακούσει. Σιγά μην ασχολιόντουσαν και με τους «ράπερ». Αν ήταν τουλάχιστον σε κάποιο κόμμα… κάποιος να έλεγε καμιά καλή κουβέντα γι' αυτόν. «Κόμματα; Αστεία πράγματα. Το κόμμα του ήταν τα παιδιά που έπαιζαν τις ίδιες μουσικές», μονολογεί η Χρύσα. «Ελεύθερος άνθρωπος, αναρχικός, αλλά όχι σε ομάδες και ομαδούλες». Στις τελευταίες εκλογές άλλωστε δεν ψήφισε. «Ούτε κάρτα ανεργίας δεν είχε βγάλει, για να μην μπει στο σύστημα», λέει η Μάγδα. «Δεν είμαι δεδομένος πολίτης κανενός / κι αφενός δεν σε φοβάμαι κι αυτό είναι γεγονός» που λέει και στο τραγούδι του.
Στις διαδηλώσεις, πάντως, κατεβαίνανε. Αλλά αν έπεφτε ξύλο έφευγε ή καθόταν με τους κολλητούς του απέναντι από τους «απέναντι». Δεν την μπορούσε τη βία. Εκεί κάποτε του είχε έρθει η ιδέα με τα περιστέρια. Και είχαν ψάξει όντως να βρουν έναν κουλουρά να πάρουνε σουσάμι να το πετάξουνε στον αέρα να μαζευτούν όλα τα πετεινά του ουρανού, να σκορπίσουν τα δακρυγόνα και οι μολότωφ. Σας έλεγα όμως για τον Δήμο. Που αποφάσισε να δώσει το όνομά του στην Τσαλδάρη ή σε μια πλατεία ή σε κάποιον άλλον δρόμο. Ο Παύλος θα γέλαγε με όλες αυτές τις μετά θάνατον παράτες. Όλοι αντιφασίστες και όλοι ράπερ. Ξέρω, δεν μου πέφτει λόγος αλλά αν είναι να πουν «Παύλου Φύσσα» έναν δρόμο, μάλλον πρέπει να ‘ναι το στενάκι που έβγαινε η μάνα του και τον περίμενε και όχι ο δρόμος που τον μαχαίρωσαν. Τέλος πάντων, μόλις που πρόλαβαν το λεωφορείο, από Πέτρου Ράλλη αυτή τη φορά. Περιβολάκι και από εκεί σε πέντε λεπτά ποδαράτοι στην πλατεία Μέμου, στο καφέ του Θανάση. Φραπέ σκέτο και τάβλι με τον Γιάννη. Ίσως και να περνούσε ο Γιώργος, ο Σταμάτης, ο Μανώλης. Η Αργυρώ να δει τη Χρύσα. Στα πηγαδάκια τους είχε δώσει στίχους να πορεύονται. «Λέω πάντα την αλήθεια, δεν τα φοράω τα παντελόνια από συνήθεια» ή «αγάπα, αδελφέ μου, κι ας το φοβάσαι» - αν πήγαινε η κουβέντα στα ερωτικά. Θα γέλαγαν; Θα είχαν όρεξη για μπύρες; Τον Οκτώβρη εύκολα μελαγχολείς το σούρουπο. «Ξεκολλήστε! Κανένα ραπ θα γράψουμε; Άντε, πάμε». Στο σπίτι του Νίκου στο Χατζηκυριάκειο ή στο δωμάτιο του Χρήστου στην Αμφιάλη. Λεφτά δεν παίζανε οπότε εκεί γινόντουσαν οι πρόβες, εκεί και οι αυτοσχεδιασμοί, στα δωμάτια των φίλων τους. 
«Δυο φτερά από γέννα πάνω στο σώμα μου ραμμένα
που δυστυχώς φτερουγίζουν μόνο μέσ’ απ’ την πένα...».
protagon.gr

Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2013

Το Τέλειο Χτύπημα

Το Τέλειο Χτύπημα
La Migliore Offerta / The Best Offer
Δραματική | 2013 | Έγχρ. | Διάρκεια: 131'
Ιταλική ταινία, σκηνοθεσία Τζιουζέπε Τορνατόρε με τους: Τζέφρι Ρας, Τζιμ Στάρτζες, Ντόναλντ Σάδερλαντ, Σίλβια Χεκς
Ο διάσημος εκτιμητής τέχνης Βέρτζιλ Όλντμαν δεν έχει κανέναν στη ζωή του πέρα από υπηρέτες και σερβιτόρους. Επιπλέον, δεν αποχωρίζεται ποτέ τα γάντια του, μη αντέχοντας να έρχεται σε επαφή με πράγματα που δεν είναι δικά του. Όταν μια γυναίκα που πάσχει από μια βαριά μορφή αγοραφοβίας τού ζητά επίμονα να εκτιμήσει την κινητή της περιουσία, κάτι θα αρχίσει να αλλάζει στην κανονισμένη με ακρίβεια δευτερολέπτου ζωή του.

Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2013

Βίντεο: Μια γενιά εξαρτημένη από τα social media

Δείτε το μικρού μήκους animation για την εξάρτηση μας από το διαδίκτυο και τα social media (Vid)
Η ταινία "The Social Media Generation", του Shoukei Tam, αφηγείται την εξάρτηση του δυτικού κόσμου από τα social media.
Το animation μικρού μήκους βασίζεται στο ομώνυμο κόμικ του Μarc Μarοn και επικεντρώνεται στο πώς η νέα γενιά ζει μια δεύτερη ζωή στην ψηφιακή πραγματικότητα σε βαθμό που δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς την "cyber ταυτότητα" της.
FoMO: Fear Of Missing Out. Το σύνδρομο των social media
 
Την ίδια ώρα σε όλο τον πλανήτη, το ακρώνυμο FoMO φαίνεται πως μεταδίδεται όλο και περισσότερο από στόμα σε στόμα ή πιο σωστά από iphone σε ipad και πάει λέγοντας, ενώ αποτελεί το σύνδρομο της νέας, ψηφιακής εποχής.
Ο ορισμός των New York times, "Ο φόβος μην χάσεις το τι συμβαίνει", είναι εύστοχος και συνάμα τρομακτικός.
Συγκεκριμένα, ως "FoMO" χαρακτηρίζεται από τους ψυχολόγους ως το σύνδρομο κατά το οποίο ο χρήστης κατακλύζεται από τον φόβο μήπως χάσει κάτι ενδιαφέρον που κάνουν οι άλλοι και για το λόγο αυτό παραμένει συνεχώς συνδεδεμένος.
Ο Dr Andy Przybylski του πανεπιστημίου του Essex, επισημαίνει πως το φαινόμενο του FoMO δεν είναι κάτι νέο αλλά η σύγχρονη τεχνολογία και τα social media μας προσφέρουν ένα "παράθυρο" στις ζωές των άλλων με έναν τρόπο που δεν έχουμε δει ποτέ άλλοτε.

 
Ο ίδιος, δημιούργησε ένα τεστ που αποτελείται από 17 ερωτήσεις κλειστού τύπου και με την υποβολή των απαντήσεων γνωστοποιεί στον ενδιαφερόμενο σε ποιο από τα 3 επίπεδα του FoMO (χαμηλό, μεσαίο, υψηλό) κατατάσσεται.
alfavita

Τρίτη 15 Οκτωβρίου 2013

Νίτσε: Θα πίστευα μοναχά σε ένα θεό που ξέρει να χορεύει

Σαν σήμερα, στις 15 Οκτωβρίου του 1844, έρχεται στον κόσμο ο Γερμανός φιλόσοφος και φιλόλογος Φρήντριχ Νίτσε. Η σκέψη του επηρέασε σημαντικά μετέπειτα φιλοσόφους, λογοτέχνες και καλλιτέχνες και έθεσε νέες βάσεις στις υπαρξιακές ανησυχίες για τον άνθρωπο, τη φύση του και τα συστήματα του.

Γεννήθηκε  στο Ρένκεν της Πρωσικής Σαξονίας, από θρησκόληπτους γονείς. Ξεκίνησε σπουδές κλασικής φιλολογίας και θεολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βόννης τις οποίες όμως εγκατέλειψε, καθώς δεν έδωσαν απάντηση στην θρησκευτικές του αμφιβολίες. Στη συνέχεια, σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας, υπό τον καθηγητή Φρήντριχ Βίλχελμ Ριτσλ. Δημοσίευσε τα πρώτα του φιλοσοφικά άρθρα εμπνευσμένος από την επαφή του με τη φιλοσοφία του Σόπενχαουερ.
Εχοντας ήδη μυηθεί στον κόσμο της κλασικής μουσικής, γνώρισε το μεγάλο μουσικό δραματουργό Ρίχαρντ Βάγκνερ. Η φιλία τους θα διαρκέσει χρόνια μέχρι τη στιγμή που οι προοδευτικές ιδέες του Νίτσε θα έρχονταν σε σύγκρουση με τη θρησκοληψία, το σωβινισμό και τον αντισημιτισμό του Βάγκνερ. Το 1869 το Πανεπιστήμιο της Λειψίας του απένειμε τον τίτλο του διδάκτορα χωρίς εξετάσεις ή διατριβή, με βάση τα δημοσιεύματά του.

Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2013

Ο παιδαγωγικός έρωτας

Για να υπάρξει πραγματική εκπαίδευση με την αυστηρή έννοια του όρου υπάρχει μια βασική προϋπόθεση: αυτήν η εκπαιδευτική διαδικασία γίνεται αντικείμενο επένδυσης και πάθους και από τους εκπαιδευτές και από τους εκπαιδευόμενους. Και για να τα πω καθαρά, αν δεν υπάρχει έρωτας με την εκπαίδευση, δεν υπάρχει εκπαίδευση.
Εαν κάποιος μαθαίνει  στο σχολείο είναι διότι διαδοχικά τουλάχιστον έναν καθηγητή σε κάθε τάξη και στο πανεπιστήμιο ακόμα τον ερωτευεται και τον ερωτεύεται διότι ο ίδιος ο καθηγητής είναι ερωτευμένος με αυτό που διδάσκει. Για να τα πω επίσης καθαρά και για να γίνω πλήρως απεχθής σ’ αυτούς που με ακούνε σήμερα οι εκπαιδευτικοί ασχολούνται με τις εκπαιδευτικές τους διεκδικήσεις, οι οικογένειες ασχολούνται με το να πάρει το παιδί ένα χαρτί και τα παιδιά ασχολούνται με ο,τιδήποτε άλλο εκτός από την επένδυση των πραγμάτων που μαθαίνουν. Λοιπόν, δεν είναι δυνατό να υπάρξει εκπαίδευση.

Πηγή: tvxs.gr

Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2013

Είδα να φεύγουν δυο πουλιά...

Ένα τραγούδι-έκπληξη του Παύλου Παυλίδη που δεν μας έχει συνηθίσει σε παραδοσιακά τραγούδια...Μια ευχή...Κάποια στιγμή να το τραγουδήσουμε απο κάτω σε live του...



Είδα να φεύγουν δυο πουλιά
και ράγισε η καρδιά μου
Κάποτε τα 'χα και τα δυο
μέσα στην αγκαλιά μου

Τώρα στον ήλιο καίγομαι
και στη σκιά παγώνω
Όταν ακούω κελάηδισμα
νιώθω διπλό τον πόνο

Αφού δε θέλησα εγώ
ποτέ κλουβί να γίνω
μέσα στου κάμπου τη σιωπή
μονάχος μου ας μείνω

Καρδιά μου απλώσου να γενείς
δέντρο πολύ μεγάλο
Να κρύβονται από τον καιρό
και το ένα και το άλλο

Είδα να φεύγουν δυο πουλιά
και ράγισε η καρδιά μου
Κάποτε τα 'χα και τα δυο
μέσα στην αγκαλιά μου...

309 Ψυχές

Έπρεπε να χαθούν, σε λίγες μόνο ώρες, 309 ψυχές για να συνειδητοποιήσουν όλοι πως το μεταναστευτικό ζήτημα χρήζει άμεσης αντιμετώπισης. Οι πνιγμένοι πρόσφυγες στα νερά του Αιγαίου, ως μεμονωμένα περιστατικά και με «μικρό» αριθμό νεκρών, δεν συγκινούσαν όσο έπρεπε τους κάτοικους της Ευρώπης. Δεν συγκινούσαν ιδιαίτερα ούτε τα αρμόδια όργανα της Ε.Ε.
Τριακόσιοι εννέα άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους με τον πιο φρικτό τρόπο. Οι μαρτυρίες των συνεργείων διάσωσης και των κάτοικων της Lambedusa είναι συγκλονιστικές. Το ίδιο συγκλονισμένοι θα ήμασταν και εμείς, αν βλέπαμε με τα ίδια μας τα μάτια τα πτώματά τους να γεμίζουν τις προβλήτες από το λιμάνι μας.
Αν όλοι είχαμε αυτή τη μακάβρια εμπειρία, θα νιώθαμε τον ίδιο πόνο και την ίδια φρίκη. Την ίδια απόγνωση και το ίδιο παράπονο. Όλοι θα είχαμε τα ίδια ερωτήματα καρφωμένα στο μυαλό μας: γιατί μια τέτοια μαύρη μοίρα; σε τι έφταιγαν; πώς θα μπορέσουμε στο μέλλον να αποτρέψουμε τέτοια περιστατικά; 
Τριακόσιοι εννέα άνθρωποι. Το μόνο που ήθελαν ήταν να ζήσουν ήταν μια καλύτερη ζωή. Αναζητούσαν μόνο μια στέγη και δυο γεύματα, στην καλύτερη περίπτωση, την ημέρα. Δεν αναζητούσαν, ούτε τολμούσαν να ονειρευτούν τη ζωή μας. Τα ωραία διαμερίσματα, τα καλά αυτοκίνητα και τα 4G smartphone/tablets. Δεν αναζητούσαν τα επώνυμα και trendy ρούχα. Δεν αναζητούσαν σε καμία περίπτωση το δικό μας κυρίαρχο καταναλωτικό μοντέλο. Γνώριζαν καλά υπό ποίες συνθήκες θα εργάζονταν και πόσο θα πληρώνονταν. Κυρίως, γνώριζαν πώς θα τους αντιμετώπιζε η πλειοψηφία των ντόπιων. Σε οποιαδήποτε χώρα της Ευρώπης και αν κατέληγαν. Ως «λαθραίοι» οι περισσότεροι και κάποιοι από αυτούς, οι περισσότερο τυχεροί, με χαρτιά στα χέρια τους.
Όπως συμβαίνει πάντα με το πέρασμα του χρόνου θα ξεχάσουμε τους νεκρούς της Lambedusa. Ας ελπίσουμε όμως πως οι αντιδράσεις εντός του μηχανισμού της Ε.Ε. δεν είναι απλά πυροτεχνήματα για δημόσια κατανάλωση. Οι οικονομικές ανισότητες και οι πολεμικές συρράξεις, εμφύλιες και όχι μόνο, δεν θα σταματήσουν από τη μια ημέρα στην άλλη. Οι οικονομικοί πρόσφυγες και οι αιτούντες άσυλο δεν θα σταματήσουν να στοιβάζονται σε πλοιάρια, ταχύπλοα, φορτηγά, ακόμα και σε containers. Τουλάχιστον, ας προσπαθήσουμε, εμείς οι Ευρωπαίοι του Διαφωτισμού και του Ανθρωπισμού, να φανούμε αντάξιοι των περιστάσεων και της κληρονομιάς μας.
Protagon.gr