Σάββατο 26 Φεβρουαρίου 2011

Πάντρεψε το τάνγκο με το χασάπικο

Εικόνες από μια Ελλάδα που χάνεται, «ντυμένες» με τη μουσική του Μίκη Θεοδωράκη και του Αστορ Πιατσόλα -και όχι μόνο- «πάντρεψε» επί σκηνής ο Γιώργος Δερμιτζάκης, στην παράσταση «Τάνγκο-Χασάπικο», πουΟ Γ. Δερμιτζάκης με τη σύζυγό του Αγγελική. Μαζί εμπνεύστηκαν το τάνγκο - χασάπικο πριν από 21 χρόνια
Η μελωδία σκάλωνε στις πράσινες φυλλωσιές της αυλής, όταν η Αγγελική, ακούγοντας τη μουσική του Σπανουδάκη, γύρισε προς τη μεριά του άνδρα της: «Γιώργο, αυτό είναι τάνγκο», είπε.
Εκείνος σηκώθηκε από την καρέκλα και άρχισε να χορεύει χασάπικο, ενώ η γυναίκα του τον συνόδευε στο πιάνο. Κάπως έτσι γεννήθηκε το τάνγκο-χασάπικο.

Εικόνες από μια Ελλάδα που χάνεται, «ντυμένες» με τη μουσική του Μίκη Θεοδωράκη και του Αστορ Πιατσόλα -και όχι μόνο- «πάντρεψε» επί σκηνής ο Γιώργος Δερμιτζάκης, στην παράσταση «Τάνγκο-Χασάπικο», που ανέβασε το περασμένο φθινόπωρο στο θέατρο Γκλόμπο του Μπουένος Αϊρες
Ο Γ. Δερμιτζάκης με τη σύζυγό του Αγγελική. Μαζί εμπνεύστηκαν το τάνγκο - χασάπικο πριν από 21 χρόνια Είκοσι ένα χρόνια μετά, ο ομογενής χορευτής και χορογράφος Γιώργος Δερμιτζάκης, σε ηλικία 78 ετών, δίνει ακόμη παραστάσεις που παντρεύουν τα δύο είδη χορών, το τάνγκο με το χασάπικο, δύο λαϊκούς χορούς με κοινό σημείο αναφοράς το λιμάνι.
Ο Πειραιάς για το χασάπικο και το Μπουένος Αϊρες για το τάνγκο έγιναν το σκηνικό όπου η ρυθμική αναλογία δύο επί τέσσερα -κοινή και στις δύο χορογραφίες- μετουσίωσε τον λαϊκό πόνο, την περηφάνια και το πάθος σε αρμονικά τινάγματα του σώματος.
Σήμερα μια νεαρή σκηνοθέτιδα, η Κωνσταντίνα Μπούσμπουρα, ετοιμάζει ένα ντοκιμαντέρ για το τάνγκο-χασάπικο μέσα από το οποίο ζωντανεύουν σκηνές που πέρασαν για πάντα στο παρελθόν, όπως αυτή του Ελληνα ναύτη με το μαύρο κασκέτο να χορεύει χασάπικο στο λιμάνι του Πειραιά.
Η ανταπόκριση που γνώρισε το νέο είδος χορού -το οποίο πρωτοπαρουσιάστηκε επί σκηνής το 1991 στο θέατρο Μπόρχες- ήταν σημαντική.
Ο Τύπος φιλοξένησε στις σελίδες του άφθονα αφιερώματα, η ελληνική ταυτότητα διαφημίστηκε πολύ, χορηγοί ενδιαφέρθηκαν, ενώ οι Αργεντινοί μπήκαν εύκολα στο πνεύμα.
Αλλωστε, όπως εξηγεί στο «ΕΘΝΟΣ» ο κ. Δερμιτζάκης, ο λαός της Αργεντινής γοητεύεται από την ελληνική κουλτούρα. «Μέχρι το 1997 -οπότε και έκλεισαν λόγω της σοβαρής οικονομικής κρίσης- στο Μπουένος Αϊρες λειτουργούσαν εννέα νυχτερινά κέντρα με ελληνική μουσική. Οι Αργεντινοί ζητούν πολύ το χασάπικο, τον πεντοζάλη και το καλαματιανό», λέει.
Μιλούν στην καρδιά
Ο ίδιος πιστεύει ότι το χασάπικο και το τάνγκο μιλούν κατευθείαν στην καρδιά των ανθρώπων και ως εκ τούτου δεν είναι εθνικοί χοροί αλλά πανανθρώπινοι.
Η άποψή του αυτή ενισχύθηκε, όπως λέει, από μια μικρή συνομιλία που είχε με τον Μίκη Θεοδωράκη, όταν γνωρίστηκαν το 1993.
Ο μουσικοσυνθέτης είχε επισκεφθεί την Αργεντινή και γνωρίστηκε με τον κ. Δερμιτζάκη μέσω του τότε Ελληνα πρέσβη στο Μπουένος Αϊρες.
«Η ελληνική ταυτότητα, μου είπε, είναι το χασάπικο και το ζεϊμπέκικο», θυμάται. «Πράγματι, το χασάπικο όπως και το τάνγκο είναι δύο χοροί οι οποίοι είναι πλασμένοι για όλο τον κόσμο. Μπορεί εύκολα ο καθένας -οποιασδήποτε εθνικότητας- να εξοικειωθεί μαζί τους.
Οσο για τον Θεοδωράκη, τι να πει κανείς. Είναι ο μεγάλος μαέστρος της ελληνικής μουσικής. Αυτό που θυμάμαι από εκείνον είναι η απλότητα και η ζεστασιά του», προσθέτει. «Μάλιστα κράτησε την υπόσχεση και μου έστειλε την ενορχήστρωση του Ζορμπά για να τη χρησιμοποιήσω σε μια δική μου παράσταση. Αυτή την παρτιτούρα την κρατώ ως κειμήλιο...».
Παρότι το τάνγκο-χασάπικο δημιουργήθηκε το 1990, τελειοποιήθηκε οριστικά το 2004, εξηγεί ο κ. Δερμιτζάκης. «Σχεδόν όλα τα ορχηστρικά χασάπικα μπορούν να χορευτούν ως τάνγκο. Ως βάση για τις χορογραφίες μου χρησιμοποιούσα πάντα ελληνικά θέματα, δεν ήθελα απλώς έναν ρυθμό χασάπικου.
Και ήμουν τυχερός γιατί ένας Ελληνας διπλωμάτης μου προμήθευε μπομπίνες με έργα του Θεοδωράκη και του Χατζιδάκι. Εχω, επίσης, χορογραφήσει αρκετά ελληνικά θέματα και συνθέτες, όπως Σκαλκώτα, Καλομοίρη, Ξαρχάκο, κάποια ποιήματα του Σπύρου Βέργου».
Πλέον, τα όνειρά του περιστρέφονται γύρω από τη διάδοσή του τάνγκο-χασάπικο για την οποία καταβάλλει εργώδεις προσπάθειες ενώ ετοιμάζει μια χορογραφία σε ρεμπέτικους ήχους.
Οι δύο χώρες
Ομοιότητες σε χορό και... κρίση
«Επισκέφθηκα στη ζωή μου 4 φορές την Ελλάδα, πάντα με δικά μου έξοδα, ως τουρίστας. Δυστυχώς, ο χρόνος ήταν περιορισμένος και τα χρήματα λίγα, με αποτέλεσμα να μην καταφέρω ποτέ να συναντήσω έναν μεγάλο Ελληνα χορογράφο ή να ενημερωθώ για το χασάπικο», διηγείται ο κ. Δερμιτζάκης. «Η πρεσβεία με στήριξε ηθικά. Πάρα πολύ με βοήθησαν ομογενείς επιχειρηματίες και το Ελληνικό Πολιτισμικό Κέντρο Νόστος με πρόεδρο την κ. Τσαρδίκος», λέει ο κ. Δερμιτζάκης. «Περάσαμε, άλλωστε, δύσκολες στιγμές που μας χάλασαν τα συκώτια και τα πόδια», προσθέτει διαπιστώνοντας ομοιότητες στην επικαιρότητα της Ελλάδας και στις εμπειρίες της Αργεντινής. «Για όλα φταίνε οι μεγάλοι οργανισμοί. Οταν οι λαοί φωνάζουν επειδή τους λείπει κάτι, δεν φταίνε ποτέ. Εχουν δικαιώματα οι λαοί. Οι μεγάλοι, όμως, ορίζουν τις τύχες των λαών με σκληρότητα. Και βέβαια, δεν καταλαβαίνουν τίποτε από Τέχνη. Ξέρουν μόνο να κάνουν πρόσθεση και πολλαπλασιασμό. Οταν πρέπει να διαιρέσουν κάτι, ε, εκεί τα χαλάνε...».
Η διαδρομή
Γεννημένος στην Αργεντινή με κρητική καρδιά
Με την πίστη ότι μια μέρα θα επιστρέψουν στην Ελλάδα, κάτι το οποίο δεν έγινε τελικά ποτέ, οι γονείς του Γιώργου Δερμιτζάκη μετανάστευσαν στην Αργεντινή το 1925. Ο πατέρας του, υπάλληλος στα τραμ και η μητέρα του νοικοκυρά, ήταν ένα ζευγάρι που ξεκίνησε από το Βατόλακκο της Κρήτης και μεγάλωσε δύο παιδιά κρατώντας ζωντανή την ελληνική γλώσσα και τη θύμηση της πατρίδας.
Παιδί της πόλης
«Γεννήθηκα στην Αργεντινή και είμαι παιδί της πόλης. Για τον λόγο αυτό μου αρέσουν οι αστικοί χοροί, όπως το τάνγκο και το χασάπικο και όχι οι χοροί της επαρχίας», αυτοσυστήνεται ο κ. Δερμιτζάκης, ο οποίος σπούδασε πολιτικός μηχανικός και εργάστηκε στο αντικείμενό του αναλαμβάνοντας μεγάλα έργα. «Το έκανα για να ζήσω τη φαμίλια μου, όμως αυτό από το οποίο έπαιρνα ζωή ήταν πάντα ο χορός. Αυτός μου χάρισε τις μεγάλες ευτυχίες στη ζωή μου», λέει.
«Στη συνοικία όπου μεγάλωσα, χορεύανε πολύ τάνγκο και έτσι έμαθα κι εγώ. Επίσης, στην εφηβεία με γοήτευαν οι χοροεσπερίδες των Ελλήνων μεταναστών και η λεβεντιά των ελληνικών χορών», συνεχίζει. «Ασχολήθηκα με τον κλασικό χορό και παράλληλα έμαθα ελληνικούς κρυφά από τους γονείς μου».
Στη συνέχεια ο κ. Δερμιτζάκης άρχισε να χορεύει επαγγελματικά και συμμετείχε σε αρκετές θεατρικές παραστάσεις και κινηματογραφικές ταινίες, ενώ τη δεκαετία του ’60 σχημάτισε το δικό του χορευτικό συγκρότημα με Ελληνες και Αργεντινούς... Τη δεκαετία του ’70 ξεκίνησε τις δικές του χορογραφίες, μεταξύ των οποίων, η «Φαίδρα, η «Ψυχοκόρη» και το «Ζορμπάς, el griegο» που γνώρισε σημαντική επιτυχία και ταξίδεψε στην Ουρουγουάη, τη Χιλή, τη Βραζιλία και το Περού.
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΡΟΒΒΑ - Έθνος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου