Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου 2013

Το μίσος των παιδικών μου χρόνων

Photo: Menelaos Myrillas / Fosphotos.comΚρατάω μια φράση από την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή: «Ούτοι συνέχθειν, αλλά συμφιλείν έφυν», «γεννήθηκα για ν΄ αγαπώ κι όχι για να μισώ». Οι μαθητές κι οι δάσκαλοί το προσπερνούν συνήθως, γιατί προφανώς, ακούγεται μελό… Άλλωστε, ποιος θα κάτσει τώρα, να ασχοληθεί με την αγάπη και το μίσος, να τα συνδέσει με τον αγώνα, την προσπάθεια, τη διεκδίκηση, την κοινωνικοποίηση των νέων και να μεταφέρει τον Σοφοκλή στις σύγχρονες εφηβικές παρέες.
Σε ποιες σχολικές τάξεις μπήκε ο Μπουσκάλια, ο Νίτσε, ο Καστοριάδης, ο Βίλχελμ Ράιχ, ο Ράμφος κι άλλοι πολλοί, ν΄ ανοίξουν θέματα για τα ένστικτα των ανθρώπων, τις εσωτερικές τους συγκρούσεις και τις παρορμήσεις τους; Κάποτε ήταν στην ύλη της λογοτεχνίας «Ο τελευταίος σταθμός» του Σεφέρη, κι ο περίφημος στίχος «ο άνθρωπος είναι μαλακός σαν το χόρτο». Ο ποιητής έγραψε το ποίημα, σ΄ ένα λιμάνι της Ιταλίας πριν επιστρέψει στην Ελλάδα, το ΄44. Όλοι πανηγύριζαν για το τέλος της κατοχής αλλά εκείνος έβλεπε το κακό του εμφυλίου να έρχεται. Ήξερε πως το μίσος των «ηρώων» θα ξεσπούσε γρήγορα κι ας νόμιζαν όλοι ότι λυτρώθηκαν.
Στην Ιστορία, οι εμφύλιοι των επαναστατικών χρόνων και του 1945 είναι εκτός ύλης, στα πλαίσια του δόγματος «κρύβω την κακή μνήμη, μη σπείρω δαιμόνια…»! Οι μαθητές έπρεπε να μαθαίνουν πως το αίμα των ανθρώπων που χύνεται, τα κεφάλια που κόβονται από κονσερβοκούτια, τα στήθη των γυναικών που σφάζονται ζωντανά και τα μωρά που εκσφενδονίζονται στους τοίχους στους εμφύλιους, φτιάχνουν εικόνες πολύ πιο αποκρουστικές από τις σφαγές των Γερμανών και των Τούρκων. To Δίστομο και τα Καλάβρυτα είναι πολύ λίγα, μπροστά στη φρίκη των εγκλημάτων του δικού μας αδελφοκτόνου πολέμου. Κι υπάρχουν πολλές, ατελείωτες ιστορίες μίσους. Ανθρώπων, όχι ιδεών και πολιτικών θέσεων! Σιχαμερά «ερπετά» που βγάζουν από μέσα τους όλο τον φθόνο που συσσώρευαν μια ολόκληρη ζωή για τον γείτονά τους, τον εργοδότη τους, τον συγχωριανό τους, τον ίδιο τους τον αδερφό. Κάποιος έπρεπε να μιλάει συχνά στα σχολεία, για το μίσος κι όχι απλά, να θεωρεί μελό την αγάπη.
Τα παιδιά μαθαίνουν να μισούν από μικρά, χωρίς να αισθάνονται τη μόλυνση μέσα τους. Ψάχνουν τη δύναμη και κανείς δεν τους βοηθάει να τη βρουν στην αγάπη. Μόνο η λέξη προφέρεται, με καρδούλες και ροζ συννεφάκια. Το μίσος γεννιέται μέσα μας γιατί βαριόμαστε φρικτά, χωρίς ρόλο και έκθεση στην ιδιαιτερότητα. Ο νέος μεγαλώνει στην Ελλάδα, μέσα σε κοινωνίες μισαλλόδοξων, θρήσκων, ρατσιστών, κομπλεξικών και απαίδευτων ανθρώπων που δεν επιθυμούν ούτε θέλουν να γίνουν ποτέ ιδιαίτεροι. Μισούν πολύ τον εαυτό τους γιατί δεν έχουν διέξοδο να δημιουργήσουν και να εκτονώσουν την καταπιεσμένη τους libido. Μόνοι στο σχολείο, μόνοι σε οτιδήποτε θα όπλιζε τη συνείδησή τους με την αγάπη της γνώσης, της δημιουργίας, του ρόλου και της ευθύνης. Μόνοι και απέναντι στην απύθμενη, αστείρευτη και «εντέχνως διαχέουσα» βλακεία των τηλεοράσεων, που καλλιεργούν την απέχθεια και την «αγοραία» κατινιά του επαρχιωτισμού.
Οι ιστορίες των παιδικών μας χρόνων ξεδιπλώνονται μέσα στην ανάμνηση του ξιπασμού και του σνομπισμού, απέναντι στο διαφορετικό. Μαθαίνουμε να απορρίπτουμε κάθετα και χωρίς επεξεργασία ό,τι δεν ταιριάζει με το γούστο μας. Ακούμε στον δρόμο τη μαμά να λέει «τι θέλει ο μαλάκας...», όταν την πλησιάζει αυτοκίνητο. Δεν μας συνηθίζει κανείς να λέμε τον καλό λόγο και να ενθουσιαζόμαστε με την επιτυχία του άλλου. Είμαστε πάντα «συγκρατημένοι» να μην του δώσουμε θάρρος! Μας μιλάει κάποιος και «γυμνάζουμε» τους μυς του προσώπου να μη χαμογελάσουμε. Διασταυρώνονται τα βλέμματά μας και γυρνάμε το κεφάλι αλλού. Μισούμε τους οπαδούς των ομάδων, τους Αριστερούς, τους Δεξιούς, τους φιλελεύθερους, τις αδερφές, τους ψηλούς, όλους όσοι δεν μπορούν να μπουν στο κάδρο της δικής μας «κοσμάρας», με τα τείχη της τα απόρθητα. Είμαστε κομπλεξικοί και βουτηγμένοι στον φόβο της έκθεσης. Κρυβόμαστε στη σκιά μας από τρόμο μη δουν οι άλλοι την «αδυναμία» μας, να αγαπάμε και να αποδεχόμαστε. Δε λέμε εύκολα ναι. Λέμε όχι και αντιδρούμε, γιατί είναι μαγκιά να υπάρχεις δια μέσου της απόρριψης.
Και το σχολείο, όπως πάντα, αδιαφορεί και ετοιμάζει «Ελληναράδες»! Βαθμοθηρία, άρρωστος ανταγωνισμός, μοναξιά, αντικοινωνικότητα, απέχθεια για τις ομάδες, καταστολή της φύσης, άγνοια για τον έρωτα και τη σεξουαλικότητα, υποκρισία, ταμπού οι συζητήσεις για εξωστρέφεια και απολύτως καμία ενημέρωση για την αισθητική του μίσους που αναπαράγεται στο εξωσχολικό περιβάλλον.
Ίσως τα χρόνια μας είναι οριακά, πριν από το μεγάλο κακό. Είμαστε η μοναδική κοινωνία στην Ευρώπη που βρίσκει τον τρόπο να φορτώνει τις γενιές της με μίσος και να αλληλοσπαράσσεται με περιοδική συχνότητα. Ίσως γιατί το μίσος προς τον εαυτό μας, δεν αντέχεται και ξεχειλίζει, στοχεύοντας με προσποίηση τους άλλους. Κανείς δεν φαίνεται να θέλει να αλλάξει τίποτα πάνω του αλλά όλοι θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο. Έχουν έτοιμα τα μαχαίρια και περιμένουν την επανάσταση. Κι αφού η ρημάδα δεν έρχεται, σκοτώνονται μεταξύ τους.
Πηγή: protagon

Παρατίθεται ένα κομμάτι απ'τον "Τελευταίο Σταθμό" του Γιώργου Σεφέρη:
 
Εύκολα τρίβεται ο άνθρωπος μες στους πολέμους
ο άνθρωπος είναι μαλακός, ένα δεμάτι χόρτο
χείλια και δάκτυλα που λαχταρούν ένα άσπρο στήθος
μάτια που μισοκλείνουν στο λαμπύρισμα της μέρας
και πόδια που θα τρέχανε, κι ας είναι τόσο κουρασμένα,
στο παραμικρό σφύριγμα του κέρδους.
Ο άνθρωπος είναι μαλακός και διψασμένος σαν το χόρτο,
άπληστος σαν το χόρτο, ρίζες τα νεύρα του κι απλώνουν
σαν έρθει ο θέρος
προτιμούν να σφυρίξουν τα δρεπάνια στ’ άλλο χωράφι
σαν έρθει ο θέρος
άλλοι φωνάζουνε για να ξορκίσουν το δαιμονικό
άλλοι μπερδεύονται μες στ’ αγαθά τους, άλλοι ρητο-
ρεύουν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου