Διαβάστε την συνέντευξη της Τζώρτζια Κεφαλά στον Πάνο Γιαννακόπουλο!
Ανατρεπτική εικόνα, ανατρεπτική φωνή, ανατρεπτική ερμηνεία, ανατρεπτική γυναίκα. Ποια είναι, επιτέλους, η «παράξενη» τραγουδίστρια των Μπλε, που έγινε γνωστή -και πολύ αγαπητή- σε όλους, μέσα από το «Just the two of us»;
Ο πιο «ήπιος» χαρακτηρισμός που ακούγεται για εσάς είναι «ροκ φιγούρα»!
Ναι, και για αυτό ευθύνεται ο αδερφός μου. Είχε αγοράσει ένα στερεοφωνικό και δίσκους ροκ μουσικής - αυτά ήταν τα ακούσματά μου. Βρίσκω όμως πολύ γοητευτικά και άλλα είδη. Ένα από τα αγαπημένα μου τραγούδια είναι το «Δίχτυ» της Ελένης Βιτάλη.
Έχετε τραγουδήσει, σε επαγγελματικό επίπεδο, και άλλα είδη μουσικής;
Η πρώτη μου δουλειά ως τραγουδίστρια ήταν με τον Μίμη Πλέσσα και τον Γιώργο Χατζηνάσιο στο Taboo. Βρήκα τη δουλειά από αγγελία σε εφημερίδα. Πέρασα από κάστινγκ μαζί με άλλα 500 άτομα. Δεν πίστευα ότι θα με έπαιρναν. Με το που τραγούδησα, μου είπαν: «Θα είσαι μαζί μας». Ακολούθησε μια συνεργασία με τον Αντώνη Βάρδη – ένα ακόμα μεγάλο κεφάλαιο στη ζωή μου και ένα μεγάλο σχολείο.
Η Άννα Βίσση, με την οποία συνεργαστήκατε πέρσι -κάτι που ξένισε κάποιους-, είναι «κεφάλαιο»;Την Άννα τη βρίσκω πάντα σε «σταυροδρόμια». Όταν ξεκινώ κάτι σημαντικό, με έναν «καρμικό» τρόπο, είναι και η Άννα μέσα. Ποτέ δεν επιδιώξαμε να κάνουμε παρέα, αλλά, όταν βρισκόμαστε, το απολαμβάνουμε πολύ.
Στον τελευταίο σας δίσκο, υπήρχε και η διασκευή ενός τραγουδιού του Μίκη Θεοδωράκη. Πώς προέκυψε αυτό;
Μας διάλεξε για να διασκευάσουμε το τραγούδι «Σώπα όπου να ’ναι θα σημάνουν οι καμπάνες». Είναι μεγάλη μας τιμή. Ήθελε να φέρει τα παλιά του έργα στα μέτρα της εποχής. Βρίσκω υπέροχη αυτή την αναζήτηση.
Μικρή, τι θέλατε να γίνετε;
Γιατρός. Βέβαια, τραγουδούσα πολλές ώρες, πάνω σε μάντρες, αλλά όταν μου έλεγε κανείς ότι θα γίνω τραγουδίστρια, θύμωνα.
Ξεκινήσατε με σπουδές μπαλέτου, όμως…Ναι, πήρα πτυχίο διδασκαλίας μπαλέτου. Το ανέβαλλα, βέβαια, γιατί, παρόλο που είχα μισή υποτροφία στη σχολή μου, έπρεπε να δουλεύω για να πληρώνω τα δίδακτρα. Έτσι, έπιασα δουλειά σε ένα μουσικό θέατρο.
Οι γονείς σας δεν σας βοηθούσαν οικονομικά;Οι γονείς μου τα έβγαζαν δύσκολα πέρα. Είχαν κάνει και κάποια χρόνια στην Αυστραλία. Ήταν της γενιάς των μεταναστών του ’60. Γύρισαν πίσω και έπρεπε να ορθοποδήσουν. Βοηθούσαν όσο άντεχε η τσέπη τους…
Ποιες είναι οι αναμνήσεις σας από τα παιδικά σας χρόνια;
Όλες είναι από τα καλοκαίρια μου στην Πάρο, απ’ όπου κατάγομαι. Το αγαπώ πολύ το νησί μου. Το έχω συνδυάσει με ήλιο, θάλασσα, βόλτες με το καΐκι του παππού και της γιαγιάς, που ήταν ψαράδες.
Θα ζούσατε μόνιμα στο νησί;
Βεβαίως! Θα παρατούσα εύκολα τη βαβούρα της πόλης. Θέλω να γίνω πιο επιλεκτική όσον αφορά την ποιότητα ζωής. Η διαφορά στην καθημερινότητα είναι συγκλονιστική!
Παρ’ όλα αυτά, μεγαλώσατε στην Αθήνα...
Ναι. Είμαι παιδί του κέντρου. Πέρασα την εφηβεία μου σε μια γκαρσονιέρα στο Κολωνάκι. Το σπίτι ήταν ευγενική χορηγία ενός ανθρώπου που γνωρίζω από πολύ μικρή και έκανα πού και πού baby sitting στα παιδιά του. Αν εξαιρέσεις το οικονομικό «λόμπι», που, μεγαλώνοντας, μου προκαλούσε σχεδόν απέχθεια, πέρασα ωραίες στιγμές.
Πώς ήσαστε ως έφηβη;
Πέρασα περίεργη εφηβεία. Ενώ είμαι κοινωνικός τύπος, η ουσία μου είναι εσωστρεφής. Ήταν μια περίοδος που βίωσα κοινωνικο-οικονομικό αποκλεισμό στο Κολωνάκι. Στην αρχή, μου ήταν αδιάφορο. Όταν αργότερα το συνειδητοποίησα, με θύμωσε και το απέβαλα. Δεν έκανα τίποτα ακραίο, όμως...
Σας έχουν πλησιάσει «ανορθόδοξα» στον επαγγελματικό σας χώρο;
Βεβαίως. Όταν ήμουν πιο μικρή. Τώρα, δεν με πλησιάζει κανείς! Το τι έχουν δει τα ματάκια μου, δεν λέγεται! Αλλά δεν με φόβισε. Πάντα πατούσα στα πόδια μου. Ήξερα τι παίρνω και τι δίνω και δεν βρέθηκα ποτέ σε δύσκολη θέση.
Η τότε εικόνα σας είναι κοντά στη σημερινή;
Δεν μπορούσα να «παίξω» πολύ. Τότε με ενδιέφερε η γνώμη του γείτονά μου. Οι γονείς μου και το περιβάλλον μου με επηρέαζαν αρκετά. Σε ηλικία 22 ετών, άρχισα να αλλάζω και να παίρνω τις αποφάσεις μου, που μπορεί και να πονούσαν τους γονείς μου ή τους κοντινούς μου ανθρώπους. Αφορούσαν όχι μόνο το look, αλλά και το τι ήθελα πραγματικά να κάνω στη ζωή μου.
Έχετε δύο παιδιά. Πολύς κόσμος δεν γνωρίζει ότι είστε παντρεμένη. Μιλήστε μου για το σύζυγό σας…
Ο άντρας μου είναι τελείως διαφορετικός από εμένα, παρότι δουλεύουμε στον ίδιο χώρο. Είναι ηχολήπτης. Ίσως εκεί βρίσκουμε και τις ισορροπίες μας. Είναι ο «βράχος» μου. Γνωριστήκαμε το 1996 και το πρώτο παιδί ήρθε το 2005. Τότε, παντρευτήκαμε με πολιτικό γάμο. Το 2009 ήρθε και το δεύτερο παιδάκι μας.
Είστε ερωτευμένη μαζί του;
Ερωτευμένη με την έννοια του αρχικού «χτυπήματος» δεν είμαι. Είμαι όμως σε μια τόσο όμορφη κατάσταση, που αισθάνομαι ευδαιμονία όταν είμαι στο σπίτι. Το πιο ενδιαφέρον σε μια σχέση είναι ότι αρχίζεις και εκπαιδεύεσαι στο τι σημαίνει «αγαπάω».
Πόσο εύκολο είναι το μεγάλωμα των παιδιών, δεδομένων των ωραρίων σας;
Δεν είναι εύκολο. Μου λείπει η χαλάρωση. Νομίζω, πάντως, ότι ήρθε σε πολύ καλή εποχή η μητρότητα. Ήρθε στα 33 μου, για να μου θυμίσει λίγο το μέτρο – γιατί σε αυτή τη δουλειά εύκολα το χάνεις. Το παιδί σού δείχνει τη διάσταση των πραγμάτων.
Αν κάποιος κάνει τον υπολογισμό, βρίσκει την ηλικία σας. Τη λέτε τόσο εύκολα;
Γιατί να μην τη λέω; Είμαι 39 χρονών και σε λίγο μπαίνω στα 40.
Πώς βιώνετε την αναγνωρισιμότητα και πώς βιώνουν τα παιδιά σας την αναγνωρισιμότητα της μαμάς τους;
Σίγουρα, με κολακεύει. Δεν με κουράζει ο κόσμος, αλλά ο εαυτός μου. Όπως το ναρκωτικό σού γίνεται απαραίτητο, έτσι συμβαίνει και με τη φήμη. Κάποια στιγμή, την έχεις ανάγκη. Όταν περπατάς στο δρόμο και δεν σε χαιρετά κανείς, αρχίζεις και έχεις ανησυχίες. Με φοβίζει αυτό. Τα παιδιά, ειδικά ο μεγάλος μου γιος, είχε «θέμα». Δεν ήθελε η δουλειά να του «κλέβει» τη μαμά. Κάθε φορά που με έβλεπε live, έκλαιγε. Καθώς μεγάλωνε, του έδειξα την «ελαφρότητα» της κατάστασης – το έχει πάρει στην πλάκα πλέον.
Είναι πασιφανές ότι διαφέρετε από μια κλασική μαμά…
Απλώς το διαπιστώνω, και αναρωτιέμαι γιατί συμβαίνει αυτό. Εγώ αποκλίνω από το φυσιολογικό, ή οι άλλοι έχουν εγκλωβιστεί στην καθημερινότητα;
Ωστόσο, «στερεότυπα» υπάρχουν ακόμα και στις μέρες μας, που υποτίθεται ότι έχουμε πολύ πιο ανοιχτά μυαλά…
Είναι κάτι που με λυπεί. Γνωρίζω κόσμο που λέει «θέλω να κάνω τατουάζ, αλλά φοβάμαι μη με διώξουν από τη δουλειά μου». Είναι απαράδεκτο!
Μια και μιλήσατε για τατουάζ, να σταθούμε στην «ανατρεπτική» εικόνα σας;Ανατρεπτική σε σχέση με τι; Πιστεύω ότι όλα αυτά αλλάζουν. Το θετικό είναι ότι οι περισσότεροι πλέον με βλέπουν και δεν με φοβούνται. Ο κόσμος δεν είναι πια επιφυλακτικός.
Σας έχουμε συνδέσει με piercing, tattoo και χρωματιστά, πάντα περίεργα μαλλιά…
Έχω τρία τατουάζ. Όλα σημαίνουν κάτι για μένα. Μάλιστα, το τελευταίο, που το έκανα στο Sake Tattoo, είναι αφιερωμένο στα παιδιά μου. Το σκουλαρίκι το έχω τουλάχιστον δέκα χρόνια.
Σας κοιτούν στο δρόμο;Στην αρχή, πολύ. Δεν ήταν τόσο διαδεδομένο τότε. Αλλά δεν άφηνα περιθώρια για ρατσισμό. Πιο πολύ το εισέπραττα ως περιέργεια, και όχι ως φόβο. Είμαι και εύχαρις άνθρωπος και δείχνω εξαρχής τις προθέσεις μου.
Πολύς κόσμος πιστεύει ότι παίρνετε ναρκωτικά. Το έχετε ακούσει;
Α, βέβαια! Αυτό είναι ένα θέμα! Μετά, με βλέπουν στο πάρκο με τα παιδάκια μου και λένε «δεν μπορεί!». Είναι αστείο. Γελάω πολύ. Για να έχεις ενέργεια, όρεξη και να χαρείς με κάτι, πρέπει να αφήσεις πίσω σου το συνειδητό και να βγάλεις μπροστά το υποσυνείδητο. Αυτό μπορεί να γίνει ή με εκπαίδευση ή με κάποιες ουσίες – είτε πρόκειται για κρασί είτε για ναρκωτικά... Κάποιοι, δυστυχώς, δεν έχουν καταλάβει πόσο εύκολο είναι να το προκαλέσεις μόνος σου.
Κανονικά, αυτή η εικόνα που έχουν για εσάς θα έπρεπε να σας στενοχωρεί...
Το βρίσκω αστείο. Έχουμε την ουσία μέσα στο κεφάλι μας. Η πλειοψηφία, όμως, δεν την εκμεταλλεύεται.
Δηλαδή, αν παίρνατε ναρκωτικά, θα το λέγατε δημοσίως;
Και βέβαια!
Χρήματα έχετε βγάλει στη ζωή σας;
Υπήρξαν εποχές που έβγαλα κάποια χρήματα. Δεν μάζευα ποτέ. Τώρα πια, τα κασέ είναι στο... πάτωμα! Δεν με νοιάζει. Δεν με συγκινούν τα σπίτια και τα αυτοκίνητα. Αυτό που με νοιάζει είναι να μη μας λείψει το γάλα και το ψωμί. Δεν με ενδιαφέρουν τα κοσμικά σαλόνια. Οι μόνες παρέες που ζήλεψα είναι τα «μαζώματα» του Γκάτσου, της Μελίνας και του Χατζιδάκι. Θα πέταγα τη σκούφια μου να ήμουν σε αυτή την παρέα.
Φοβάστε το χρόνο;Όχι τα γηρατειά. Φοβάμαι μη χάσω το πρόσωπό μου, τις εκφράσεις μου. Θέλω ο χρόνος να αφήσει τα σημάδια του, γι’ αυτό και είμαι εναντίον των πλαστικών, αλλά θέλω, παράλληλα, να δουλεύει η ψυχή, ώστε να εξισορροπεί αυτή την κατάσταση.
Θα έχετε, πάντως, ενδιαφέρον ως ηλικιωμένη!
Σίγουρα θα έχει πλάκα!
Πηγή:http://entertainment.gr.msn.com
Ανατρεπτική εικόνα, ανατρεπτική φωνή, ανατρεπτική ερμηνεία, ανατρεπτική γυναίκα. Ποια είναι, επιτέλους, η «παράξενη» τραγουδίστρια των Μπλε, που έγινε γνωστή -και πολύ αγαπητή- σε όλους, μέσα από το «Just the two of us»;
Ο πιο «ήπιος» χαρακτηρισμός που ακούγεται για εσάς είναι «ροκ φιγούρα»!
Ναι, και για αυτό ευθύνεται ο αδερφός μου. Είχε αγοράσει ένα στερεοφωνικό και δίσκους ροκ μουσικής - αυτά ήταν τα ακούσματά μου. Βρίσκω όμως πολύ γοητευτικά και άλλα είδη. Ένα από τα αγαπημένα μου τραγούδια είναι το «Δίχτυ» της Ελένης Βιτάλη.
Έχετε τραγουδήσει, σε επαγγελματικό επίπεδο, και άλλα είδη μουσικής;
Η πρώτη μου δουλειά ως τραγουδίστρια ήταν με τον Μίμη Πλέσσα και τον Γιώργο Χατζηνάσιο στο Taboo. Βρήκα τη δουλειά από αγγελία σε εφημερίδα. Πέρασα από κάστινγκ μαζί με άλλα 500 άτομα. Δεν πίστευα ότι θα με έπαιρναν. Με το που τραγούδησα, μου είπαν: «Θα είσαι μαζί μας». Ακολούθησε μια συνεργασία με τον Αντώνη Βάρδη – ένα ακόμα μεγάλο κεφάλαιο στη ζωή μου και ένα μεγάλο σχολείο.
Η Άννα Βίσση, με την οποία συνεργαστήκατε πέρσι -κάτι που ξένισε κάποιους-, είναι «κεφάλαιο»;Την Άννα τη βρίσκω πάντα σε «σταυροδρόμια». Όταν ξεκινώ κάτι σημαντικό, με έναν «καρμικό» τρόπο, είναι και η Άννα μέσα. Ποτέ δεν επιδιώξαμε να κάνουμε παρέα, αλλά, όταν βρισκόμαστε, το απολαμβάνουμε πολύ.
Στον τελευταίο σας δίσκο, υπήρχε και η διασκευή ενός τραγουδιού του Μίκη Θεοδωράκη. Πώς προέκυψε αυτό;
Μας διάλεξε για να διασκευάσουμε το τραγούδι «Σώπα όπου να ’ναι θα σημάνουν οι καμπάνες». Είναι μεγάλη μας τιμή. Ήθελε να φέρει τα παλιά του έργα στα μέτρα της εποχής. Βρίσκω υπέροχη αυτή την αναζήτηση.
Μικρή, τι θέλατε να γίνετε;
Γιατρός. Βέβαια, τραγουδούσα πολλές ώρες, πάνω σε μάντρες, αλλά όταν μου έλεγε κανείς ότι θα γίνω τραγουδίστρια, θύμωνα.
Ξεκινήσατε με σπουδές μπαλέτου, όμως…Ναι, πήρα πτυχίο διδασκαλίας μπαλέτου. Το ανέβαλλα, βέβαια, γιατί, παρόλο που είχα μισή υποτροφία στη σχολή μου, έπρεπε να δουλεύω για να πληρώνω τα δίδακτρα. Έτσι, έπιασα δουλειά σε ένα μουσικό θέατρο.
Οι γονείς σας δεν σας βοηθούσαν οικονομικά;Οι γονείς μου τα έβγαζαν δύσκολα πέρα. Είχαν κάνει και κάποια χρόνια στην Αυστραλία. Ήταν της γενιάς των μεταναστών του ’60. Γύρισαν πίσω και έπρεπε να ορθοποδήσουν. Βοηθούσαν όσο άντεχε η τσέπη τους…
Ποιες είναι οι αναμνήσεις σας από τα παιδικά σας χρόνια;
Όλες είναι από τα καλοκαίρια μου στην Πάρο, απ’ όπου κατάγομαι. Το αγαπώ πολύ το νησί μου. Το έχω συνδυάσει με ήλιο, θάλασσα, βόλτες με το καΐκι του παππού και της γιαγιάς, που ήταν ψαράδες.
Θα ζούσατε μόνιμα στο νησί;
Βεβαίως! Θα παρατούσα εύκολα τη βαβούρα της πόλης. Θέλω να γίνω πιο επιλεκτική όσον αφορά την ποιότητα ζωής. Η διαφορά στην καθημερινότητα είναι συγκλονιστική!
Παρ’ όλα αυτά, μεγαλώσατε στην Αθήνα...
Ναι. Είμαι παιδί του κέντρου. Πέρασα την εφηβεία μου σε μια γκαρσονιέρα στο Κολωνάκι. Το σπίτι ήταν ευγενική χορηγία ενός ανθρώπου που γνωρίζω από πολύ μικρή και έκανα πού και πού baby sitting στα παιδιά του. Αν εξαιρέσεις το οικονομικό «λόμπι», που, μεγαλώνοντας, μου προκαλούσε σχεδόν απέχθεια, πέρασα ωραίες στιγμές.
Πώς ήσαστε ως έφηβη;
Πέρασα περίεργη εφηβεία. Ενώ είμαι κοινωνικός τύπος, η ουσία μου είναι εσωστρεφής. Ήταν μια περίοδος που βίωσα κοινωνικο-οικονομικό αποκλεισμό στο Κολωνάκι. Στην αρχή, μου ήταν αδιάφορο. Όταν αργότερα το συνειδητοποίησα, με θύμωσε και το απέβαλα. Δεν έκανα τίποτα ακραίο, όμως...
Σας έχουν πλησιάσει «ανορθόδοξα» στον επαγγελματικό σας χώρο;
Βεβαίως. Όταν ήμουν πιο μικρή. Τώρα, δεν με πλησιάζει κανείς! Το τι έχουν δει τα ματάκια μου, δεν λέγεται! Αλλά δεν με φόβισε. Πάντα πατούσα στα πόδια μου. Ήξερα τι παίρνω και τι δίνω και δεν βρέθηκα ποτέ σε δύσκολη θέση.
Η τότε εικόνα σας είναι κοντά στη σημερινή;
Δεν μπορούσα να «παίξω» πολύ. Τότε με ενδιέφερε η γνώμη του γείτονά μου. Οι γονείς μου και το περιβάλλον μου με επηρέαζαν αρκετά. Σε ηλικία 22 ετών, άρχισα να αλλάζω και να παίρνω τις αποφάσεις μου, που μπορεί και να πονούσαν τους γονείς μου ή τους κοντινούς μου ανθρώπους. Αφορούσαν όχι μόνο το look, αλλά και το τι ήθελα πραγματικά να κάνω στη ζωή μου.
Έχετε δύο παιδιά. Πολύς κόσμος δεν γνωρίζει ότι είστε παντρεμένη. Μιλήστε μου για το σύζυγό σας…
Ο άντρας μου είναι τελείως διαφορετικός από εμένα, παρότι δουλεύουμε στον ίδιο χώρο. Είναι ηχολήπτης. Ίσως εκεί βρίσκουμε και τις ισορροπίες μας. Είναι ο «βράχος» μου. Γνωριστήκαμε το 1996 και το πρώτο παιδί ήρθε το 2005. Τότε, παντρευτήκαμε με πολιτικό γάμο. Το 2009 ήρθε και το δεύτερο παιδάκι μας.
Είστε ερωτευμένη μαζί του;
Ερωτευμένη με την έννοια του αρχικού «χτυπήματος» δεν είμαι. Είμαι όμως σε μια τόσο όμορφη κατάσταση, που αισθάνομαι ευδαιμονία όταν είμαι στο σπίτι. Το πιο ενδιαφέρον σε μια σχέση είναι ότι αρχίζεις και εκπαιδεύεσαι στο τι σημαίνει «αγαπάω».
Πόσο εύκολο είναι το μεγάλωμα των παιδιών, δεδομένων των ωραρίων σας;
Δεν είναι εύκολο. Μου λείπει η χαλάρωση. Νομίζω, πάντως, ότι ήρθε σε πολύ καλή εποχή η μητρότητα. Ήρθε στα 33 μου, για να μου θυμίσει λίγο το μέτρο – γιατί σε αυτή τη δουλειά εύκολα το χάνεις. Το παιδί σού δείχνει τη διάσταση των πραγμάτων.
Αν κάποιος κάνει τον υπολογισμό, βρίσκει την ηλικία σας. Τη λέτε τόσο εύκολα;
Γιατί να μην τη λέω; Είμαι 39 χρονών και σε λίγο μπαίνω στα 40.
Πώς βιώνετε την αναγνωρισιμότητα και πώς βιώνουν τα παιδιά σας την αναγνωρισιμότητα της μαμάς τους;
Σίγουρα, με κολακεύει. Δεν με κουράζει ο κόσμος, αλλά ο εαυτός μου. Όπως το ναρκωτικό σού γίνεται απαραίτητο, έτσι συμβαίνει και με τη φήμη. Κάποια στιγμή, την έχεις ανάγκη. Όταν περπατάς στο δρόμο και δεν σε χαιρετά κανείς, αρχίζεις και έχεις ανησυχίες. Με φοβίζει αυτό. Τα παιδιά, ειδικά ο μεγάλος μου γιος, είχε «θέμα». Δεν ήθελε η δουλειά να του «κλέβει» τη μαμά. Κάθε φορά που με έβλεπε live, έκλαιγε. Καθώς μεγάλωνε, του έδειξα την «ελαφρότητα» της κατάστασης – το έχει πάρει στην πλάκα πλέον.
Είναι πασιφανές ότι διαφέρετε από μια κλασική μαμά…
Απλώς το διαπιστώνω, και αναρωτιέμαι γιατί συμβαίνει αυτό. Εγώ αποκλίνω από το φυσιολογικό, ή οι άλλοι έχουν εγκλωβιστεί στην καθημερινότητα;
Ωστόσο, «στερεότυπα» υπάρχουν ακόμα και στις μέρες μας, που υποτίθεται ότι έχουμε πολύ πιο ανοιχτά μυαλά…
Είναι κάτι που με λυπεί. Γνωρίζω κόσμο που λέει «θέλω να κάνω τατουάζ, αλλά φοβάμαι μη με διώξουν από τη δουλειά μου». Είναι απαράδεκτο!
Μια και μιλήσατε για τατουάζ, να σταθούμε στην «ανατρεπτική» εικόνα σας;Ανατρεπτική σε σχέση με τι; Πιστεύω ότι όλα αυτά αλλάζουν. Το θετικό είναι ότι οι περισσότεροι πλέον με βλέπουν και δεν με φοβούνται. Ο κόσμος δεν είναι πια επιφυλακτικός.
Σας έχουμε συνδέσει με piercing, tattoo και χρωματιστά, πάντα περίεργα μαλλιά…
Έχω τρία τατουάζ. Όλα σημαίνουν κάτι για μένα. Μάλιστα, το τελευταίο, που το έκανα στο Sake Tattoo, είναι αφιερωμένο στα παιδιά μου. Το σκουλαρίκι το έχω τουλάχιστον δέκα χρόνια.
Σας κοιτούν στο δρόμο;Στην αρχή, πολύ. Δεν ήταν τόσο διαδεδομένο τότε. Αλλά δεν άφηνα περιθώρια για ρατσισμό. Πιο πολύ το εισέπραττα ως περιέργεια, και όχι ως φόβο. Είμαι και εύχαρις άνθρωπος και δείχνω εξαρχής τις προθέσεις μου.
Πολύς κόσμος πιστεύει ότι παίρνετε ναρκωτικά. Το έχετε ακούσει;
Α, βέβαια! Αυτό είναι ένα θέμα! Μετά, με βλέπουν στο πάρκο με τα παιδάκια μου και λένε «δεν μπορεί!». Είναι αστείο. Γελάω πολύ. Για να έχεις ενέργεια, όρεξη και να χαρείς με κάτι, πρέπει να αφήσεις πίσω σου το συνειδητό και να βγάλεις μπροστά το υποσυνείδητο. Αυτό μπορεί να γίνει ή με εκπαίδευση ή με κάποιες ουσίες – είτε πρόκειται για κρασί είτε για ναρκωτικά... Κάποιοι, δυστυχώς, δεν έχουν καταλάβει πόσο εύκολο είναι να το προκαλέσεις μόνος σου.
Κανονικά, αυτή η εικόνα που έχουν για εσάς θα έπρεπε να σας στενοχωρεί...
Το βρίσκω αστείο. Έχουμε την ουσία μέσα στο κεφάλι μας. Η πλειοψηφία, όμως, δεν την εκμεταλλεύεται.
Δηλαδή, αν παίρνατε ναρκωτικά, θα το λέγατε δημοσίως;
Και βέβαια!
Χρήματα έχετε βγάλει στη ζωή σας;
Υπήρξαν εποχές που έβγαλα κάποια χρήματα. Δεν μάζευα ποτέ. Τώρα πια, τα κασέ είναι στο... πάτωμα! Δεν με νοιάζει. Δεν με συγκινούν τα σπίτια και τα αυτοκίνητα. Αυτό που με νοιάζει είναι να μη μας λείψει το γάλα και το ψωμί. Δεν με ενδιαφέρουν τα κοσμικά σαλόνια. Οι μόνες παρέες που ζήλεψα είναι τα «μαζώματα» του Γκάτσου, της Μελίνας και του Χατζιδάκι. Θα πέταγα τη σκούφια μου να ήμουν σε αυτή την παρέα.
Φοβάστε το χρόνο;Όχι τα γηρατειά. Φοβάμαι μη χάσω το πρόσωπό μου, τις εκφράσεις μου. Θέλω ο χρόνος να αφήσει τα σημάδια του, γι’ αυτό και είμαι εναντίον των πλαστικών, αλλά θέλω, παράλληλα, να δουλεύει η ψυχή, ώστε να εξισορροπεί αυτή την κατάσταση.
Θα έχετε, πάντως, ενδιαφέρον ως ηλικιωμένη!
Σίγουρα θα έχει πλάκα!
Πηγή:http://entertainment.gr.msn.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου